spot_img

Η ζωή αρχίζει, την στιγμή που κλείνεις τους λογαριασμούς με το παρελθόν..

Περνάς από εποχές της ίδιας σου της ζωής και τις ζεις. Με μια λαχτάρα, με ένα πάθος αδιανόητο. Που σε γεμίζει και νιώθεις τόσο τίγκα συναισθηματικά που αρχίζεις και δίνεις ότι έχεις και δεν έχεις. 

Όσο βραχυπρόθεσμη και μη είναι αυτή η εποχή η όποια βιώνεις και αναλώνεσαι, συνεχίζεις να πολεμάς αρματωμένος με πάθος και αγάπη για κάτι το πολυπόθητο που ενώ το βλέπεις ανάμεσα στα χεριά σου, ποτέ δεν είχε υπάρξει εκεί. Δεν είχε ποτέ υλική υπόσταση και πραγματική μορφή. Βαδίζεις στη τρέλα χαράζοντας το δέρμα σου με αμαρτίες- μετρώντας διαβολικά βήματα που σε τραβάνε από το φως. Έτσι, εγκλωβισμένος στη φαντασίωση σου και πλήρως ευγνώμων γι αυτή, αποποιείσαι κάθε είδους ευθύνη και πορεύεσαι σε ένα δρόμο που μοιάζει τόσο φωτεινός και ασφαλής μόνο που χάνεσαι σε μια χώρα όπως η Άλικη. Φυσικά χωρίς αίσιο τέλος μιας και εδώ δεν βρίσκεσαι σε παραμύθι μα στη προσωπική σου κόλαση. Φτιαγμένη μοναχά για σένα.

Ζητάς ευχαριστώ από το Θεό, ενώ παράλληλα χορεύεις με το διάβολο και ενώ το γνωρίζεις, το παραβλέπεις σαν κάποιο παράπτωμα απλά και μόνο για το χάδι του αγαπημένου σου που στο πέρασμα του αφήνει χαρακιές τόσο βαθιές που μπροστά στα μάτια σου τα κόκαλα σου θρυμματίζονται. Παραμένεις εκεί λόγω του χείμαρρου έμπνευσης που ο συγκεκριμένος άνθρωπος σου παρέχει, ποσό μάλλον όταν η ιδέα που έχεις σχηματίσει για εκείνον περιβάλει το είναι σου και κάθε σου πράξη, συνειδητή και όχι μόνο, στοχεύει στην ικανοποίηση του. Ψεύδεσαι, κακοποιείς συναισθηματικά τον εαυτό σου μα και τους γύρω σου, διώχνεις μακριά οποιονδήποτε προσπαθεί να σου δείξει το ακριβώς αντίθετο από αυτό που πιστεύεις, φίλοι χάνονται γιατί τους διώχνεις μακριά και θα σου δείξω αν μου επιτρέπεις πως πάει η συγκεκριμένη ιστορία.

Είναι το παρελθόν που σε κρατεί δέσμεο των επιλογών σου και κάθε φορά επιστρέφει για να σου δαγκώσει τον πισινό σαν κακομεταχειρισμένο σκυλί που φοβάται και γι’ αυτό επιτίθεται. Είναι κάτι ξύδια που κατέβασες μονάχος σου, είναι κάτι δάκρυα που έχυσες επειδή σε έπνιγε το άδικο, είναι κάτι «σ’αγαπώ» που πήγαν χαμένα και κάτι « άντε και στο διάολο» που δεν τήρησες.

Και χορέψαμε με το διάολο και προσευχηθήκαμε να ξεχάσουμε τα βήματα και να πέσουμε μπας και καταφέρουμε να ξεφύγουμε, και δήξαμε τα δόντια μας στους περαστικούς που μας χαλούσαν τη φαντασίωση, και χαλάσαμε φίλιες για κάτι φανταστικό, για κάτι που δεν ήταν ποτέ διπλά μας.

Μια αγκαλιά ρε γαμώτο, ένα φιλί και μια συγγνώμη. Στον εαυτό μας.

Παρελθόν τίποτα δε μου χρωστάς και τίποτα δε σου χρωστάω.

Της Αγγελικής Γιαννακοπούλου

anapnoes.gr

 

spot_img

Web Tv

spot_img
spot_img