Λούπινο: Το λούπινο είναι γνωστό και ως «κρέας του φτωχού». Οι παλαιότεροι στα χωριά συνήθιζαν να το τρώνε λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη.
Το λούπινο αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια κτηνοτροφικού ψυχανθούς για την ελληνική ύπαιθρο και την ελληνική κτηνοτροφία, συγκαταλέγεται στις εύκολες καλλιέργειες με χαμηλό κόστος παραγωγής, ενώ αποτελεί και μια κερδοφόρα καλλιέργεια για τον παραγωγό.
Το λούπινο είναι ένα φυτό γνωστό από την αρχαιότητα, που επανέρχεται και πάλι δυναμικά στο διατροφικό προσκήνιο, και η καλλιέργειά του κερδίζει έδαφος πανευρωπαϊκά. Από τον καρπό του μπορεί να παραχθεί αλεύρι αλλά και λάδι, ενώ πολλές είναι και οι θεραπευτικές του ιδιότητες. Το φυτό είναι γνωστό εδώ και 3.000 χρόνια στην περιοχή της Μεσογείου. Στην Ελλάδα θεωρείται κυρίως κτηνοτροφικό φυτό και πολύ ευτελές και φτωχικό φαγητό, το οποίο εγκαταλείφθηκε με την πάροδο των χρόνων και αντικαταστάθηκε από την εισαγόμενη σόγια, η οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό της είναι μεταλλαγμένη.
Τα λούπινα δεν απαιτούν πολύ γόνιμα εδάφη, αλλά μπορούν να καλλιεργηθούν σε φτωχά, αμμώδη. Η πικράδα του καρπού οφείλεται σε ορισμένες αλκαλοειδείς ουσίες, οι οποίες είναι τοξικές για τον άνθρωπο και τα ζώα και για αυτό συνιστάται ξεπίκρισμα πριν τη χρήση. Παλαιότερα, ξεπίκριζαν το λούπινο με εμβάπτιση στη θάλασσα ή με καβούρδισμα. Ο καρπός του λούπινου αποτελεί επίσης πλούσια πηγή ασβεστίου, σιδήρου, μαγνησίου και φωσφόρου.
Παλαιότερα τα θεωρούσαν πολύ καλό μεζέ για τη ρακί. Τους καρπούς τους αποκαλούσαν στη Δυτική Κρήτη λιμπίνους, στην κεντρική Κρήτη λουμπούνους ή λουμπούνια. Τα λούπινα βέβαια είναι πικρά και η διαδικασία για το ξεπίκρισμα τους ήταν απαραίτητη. Αυτό γινόταν ως εξής. Τα έβαζαν από βραδύς στο νερό και φούσκωναν. Το πρωί τα ζεμάτιζαν σε μεγάλες χύτρες 2 με 3 φορές. Τα άφηναν να κρυώσουν και μετά τα έβαζαν σε κρύο νερό που το άλλαζαν μέχρι και τρεις φορές την ημέρα για μία βδομάδα τουλάχιστον.
Στην Κρήτη απέδιδαν στα λούπινα ιδιότητες ελμινθοκτόνες και αντιδιαβητικές. Παλαιότερα κατά την περίοδο των δύο πολέμων καβουρδισμένα με σιτάρι ή κριθάρι αντικατέστησαν τον καφέ όταν υπήρχε έλλειψη.
Fanpage.gr